25.9.09

Μεγάλοι Εξερευνητές

*** Σημείωση: Ακολουθεί σεξιστικό, προβοκατόρικο άρθρο. Αν έχετε ιδιαίτερες ευαισθησίες ή παίρνετε τη ζωή σας και τους γύρω σας πολύ στα σοβαρά...

α) ΤΙ ΔΟΥΛΕΙΑ ΕΧΕΤΕ ΕΔΩ?
β) δείτε έναν κακό γιατρό
γ) ΤΟΝ ΠΟΥΛΟ

Τέλος σημείωσης, ευχαριστώ***

Σημερινή συζήτηση με εξαιρετικά κοντινό συγγενικό μου πρόσωπο που μεγαλουργεί εις την αλλοδαπή μου έφερε στο μυαλό τη βραβευμένη με 4 χάχανα, 2 "α να χαθείς βρε βλάκα", μια ντουζίνα κερασμένα σφηνάκια, 2 επιδεικτικές αποχωρήσεις γυναικών και μία καρπουζόφλουδα Θεωρία μου των Μεγάλων Εξερευνητών.

Το συμβόλαιό μου με το blogger με χρεώνει με την τελεία μεταξύ άλλων, εξού και αυτές οι γελοία μεγάλες προτάσεις ( αυτό, και το πρόβλημα σύνταξης που ΔΕΝ έχω - καμιά φορά κλέβω και τελειώνω και προτάσεις χωρίς καθόλου τελεία, τι πούστης είμαι)

Βρετανική Αυτοκρατορία:
ένα μικρό νησί με παροιμιώδες γκαζόν, ανύπαρκτη (και χειρότερα) κουζίνα, εξαιρετικούς και ακατάληπτους τρόπους και περισσότερες σιδηροδρομικές γραμμές από σπίρτα, που έφτασε να κατακτήσει το ένα τρίτο της οικουμένης (αγαπημένη λέξη)

Ισπανία:
Δεν πρόλαβαν καλά καλά να εκδιωχθούν κακήν-κακώς οι τελευταίοι Άραβες και τα τρισχαριτωμένα χαρέμια τους από την Ιβηρική, και οι Ισπανοί ξεχύθηκαν ξεπερνώντας ωκεανούς, κακοσχεδιασμένους χάρτες γεμάτους dracones, και την ανθρώπινη βλακεία, για να κατακτήσουν μια ολόκληρη ήπειρο στην οποία και δεν άφησαν πλεμόνι και συκώτι άθικτο, και όλα αυτά κυρίως υπό την ελέω Θεού καθοδήγηση της πιο ηλίθιας, κακοφορμισμένης και αιμομικτικής δυναστείας που έχει ελεήσει την Ευρώπη. Όχι, καμαρώστε παλικάρι...


Πορτογαλία:
Οι φτωχοί συγγενείς της Ιβηρικής, μία περίεργη αποτυχία της Ισπανικής ένωσης, μια χώρα που δεν κατάφερε να πάρει καν το Euro στην έδρα της από την Ελλάδα, παρ' όλα αυτά είχαν την ορμή να κατακτήσουν μια περιοχή 100 φορές το μέγεθος της χώρας τους, στου διαόλου τη μάνα pardon my french.


Τι κοινό είχαν όλοι αυτοί οι λαοί που τους ώθησε σε τέτοιες περιπέτειες, με τέτοια αποφασιστικότητα ή, ακόμα ακόμα, λύσσα, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από τους τόπους τους?

Μην ξύνετε τις κεφάλες σας και σπαταλάτε φαιά ουσία που μπορείτε να χρησιμοποιήσετε σε μια καλή πασιέντζα ή το facebook, θα σας πω εγώ:










ΧΑΛΙΑ ΓΥΝΑΙΚΕΣ

Ναι λοιπόν, τόσο απλό. Η κατάκτηση του Νέου Κόσμου και σε μεγάλο βαθμό όλη η πρώιμη αποικιοκρατία οφείλονται στο γεγονός ότι οι Αγγλίδες μοιάζουν συγκλονιστικά με τις αγελάδες που βόσκουν στους καταπράσινους λόφους τους, οι Ισπανίδες κάτω από το εναλλακτικό μποέμικο στυλάκι τους, που τόσους αριστερούς έχει ψαρώσει, κρύβουν έναν μικρό Καλιτζάκη, και οι Πορτογαλίδες θα μπορούσαν, χωρίς να προκαλέσουν καμία ιδιαίτερη εντύπωση, να κυκλοφορούν σε ψαροκασέλες. Και οι καψεροί άντρες τρέχανε, κολυμπούσανε και περπάταγαν στα κάρβουνα για να γλυτώσουν ή/και να βρούνε κάποια γυναίκα που δε θα τους έκανε να ντρέπονται όποτε ξεσπάθωνε η μπάμια τους.


Κάποιοι θα πουν ότι η θεωρία μπάζει, γιατί παραβλέπει τους σπουδαιότερους εξερευνητές και κατακτητές ΟΟΟΟΟΛΩΝ των εποχών, τον πλέον γαμάτο λαό, τους απόγονους του Μπάτμαν και της Αφροδίτης, τους εποικιστές της Κολχικής, της Νότιας Αμερικής και της Ντίσνεϋλαντ πριν καν τον κατακλυσμό (του Νώε ή της προηγούμενης βδομάδας από τη νεροποντή, λίγη σημασία έχει).... τους ΕΛΛΗΝΑΡΕΣ.

Όπως και σε όλα τα άλλα, και εδώ είμαστε ιδιαίτεροι. Οι ένδοξοι απόγονοι των Ελ (Σαλβαδόρ, Αλαμέιν, α να σε *@μήσω) δεν έτρεχαν γιατί οι γυναίκες τους είναι άσχημες, μια χαρά και βάλε είναι.

Έτρεχαν, και τρέχουν, να ξεφύγουν γιατί
ΤΟΥΣ ΕΠΡΗΖΑΝ ΤΑ ΑΡΧΙΔΙΑ

8.9.09

Μήπως?

Είσαι ξαπλωμένος ανάσκελα στη μέση ενός κήπου, με τα χέρια απλωμένα και χαζεύεις τον ουρανό. Το καλοκουρεμένο γρασίδι απλώνεται ως τον ορίζοντα. Ξαφνικά, χαριτωμένα γκομενάκια εμφανίζονται από παντού, γεμίζουν το οπτικό σου πεδίο, και κατευθύνονται προς εσένα. Είναι όλα τους ολόγυμνα. Φτάνουν μπροστά σου δέκα - δέκα. Σε κοιτάζουν χαμογελόντας αθώα αλλά και ναζιάρικα, σε χαιρετάνε παιχνιδιάρικα...
και φεύγουν κουνώντας τα κωλαράκια τους. Σε λίγες ώρες έχουν
φύγει όλα. Εσύ κάθεσαι ακόμη εκεί, ξαπλωμένος ανάσκελα με τα χέρια απλωμένα. Προβληματίζεσαι λίγο, τελικά ξανακοιτάς τον ουρανό.

Μήπως είναι καιρός να κόψεις το acid?

7.9.09

Από τον Πύργο της Βαβέλ

Δάκρυα κύλησαν στα δυο μεγάλα μάτια που διέγραφαν οι καθαριστήρες στη βροχή που χτυπούσε το πρόσωπο του λεωφορείου.
Τα φωτάκια πάνω από τις θέσεις των επιβατών δεν ανάβουν. Ποτέ κανένα φωτάκι δεν άναψε εδώ. Ποιος μπορεί να θελήσει να διαβάσει, να αποσπάσει την προσοχή του από τον ελεεινό μπάμια που τραγουδάει με στριγκή φωνή κακοεγχειρισμένου ευνούχου "Αδιόρθωτηηηηηηη" στο high - end αρχαίο στερεοφωνικό του τετράτροχου θάλαμου αποχαύνωσης που τσουλάει αφηρημένα προς το νότο, σα σπρωγμένο μόνο από την κατηφόρα της διαδρομής όπως τη βλέπεις σε χάρτη κρεμασμένο στον τοίχο.

Ευτυχώς βρέχει... την προηγούμενη εβδομάδα ένα πανομοιότυπο κατασκεύασμα άρπαξε φωτιά εκτελώντας το ίδιο ακριβώς δρομολόγιο. Ευτυχώς δεν είχε φυτρώσει ακόμη πυκνό πευκοδάσος στα μουχλιασμένα καθίσματα. Θα καιγόταν ακόμη...

Το πόσο άθλια μουσική παίζουν όλα ανεξαιρέτως τα λεωφορεία (μοναδική εξαίρεση στα 14,7 δισεκατομμύρια χρόνια της Κτίσεως ο Μπάμπης ο μπασίστας) θα μπορούσε να είναι ένα πολύ τυπικό κλισέ. ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ. Είναι η φρικτή δυσεξήγητη πραγματικότητα. Με ένα σαρδόνιο χαιρέκακο χαμόγελο (έχω καταληφθεί από το μίσος που γεννά η μακρά καταναγκαστική ακρόαση δισκογραφικού απόπατου) σκέφτομαι ότι βρήκα την απάντηση. Ο οδηγός είναι σχεδόν -τουλάχιστον- βέβαιος ότι η γκόμενά του με κάποιον άλλο λεβιέ γράφει εξίσου πολλά χιλιόμετρα, όσο ο ίδιος στοιχειώνει την Εθνική, ξενταλκαδιάζωντας υπό τους ήχους ξεκούρδιστου φτηνού ασιατικού συνθεσάιζερ που πλαισιώνει κάποιον κακόγουστο μαλάκα που τραγουδάει τις πνευματικές πορδίτσες κάποιου γελοίου. Μεγάλη πρόταση...
Και με αυτήν τη σκέψη παίρνω την εκδίκησή μου για την ηχητική βλασφημία που διακόπτει τη χθόνια γαλήνη που μου προσέφερε η φωνή του McCoy.

Η σκέψη μου τρέχει. Το λεωφορείο σέρνεται. Αν τα πράγματα ήταν αντίστροφα, όπως είναι το σωστό, εγώ τώρα θα κοιμόμουν και αυτή η ελαφρά δύσοσμη ακύρωση της σύγχρονης αυτοκίνησης θα έφτανε Αθήνα πριν φτάσουμε να προβούμε σε τελετουργική ομαδική αυτοκτονία. Alas...

Στα Τέμπη χάσαμε τη γιαγιά της 25. Είχε μαζί της ένα τάπερ τυροπιτάκια σε μέγεθος τορπιλάκατου, και περίμενε ότι θα τη βγάλουν ως τη Ρόδο. Είχε κλείσει με τη Δημητρούλα βέβαια και ήταν μάλλον υπεραισιόδοξη, αλλά δεν της το είπα για να μην τη στενοχωρήσω. Τελευταία φορά που είχε πάρει τη Δημητρούλα, είχε πάει μια χαρά. Τότε ήταν το '55 βέβαια και η γιαγιά και η Δημητρούλα κρατιόνταν πολύ καλύτερα. Όταν συνειδητοποίησε ότι είχε φτάσει στο τελευταίο τυροπιτάκι πριν πιάσουμε καν Λάρισσα, το σφήνωσε γενναία και βίαια στο λαιμό της. Όταν ο εισπράκτορας κατάφερε επιτέλους να το ξεσφηνώσει, το μόνο που προλάβαινε πια να κάνει, ήταν να το φάει. Το έφαγε.

Ο ευγενής κύριος της 38 μου εκμυστηρεύτηκε ότι οι γιατροί του είχαν δώσει τρεις μήνες ζωής, και αποφάσισε να αφήσει το μάταιο τούτο κόσμο από την πατρίδα του στην Πελοπόννησο.Δεν υπολόγισε ο δύστυχος ότι με το ΚΤΕΛ τρεις μήνες δε θα ήταν αρκετοί. Ξεψύχησε ενώ το στέρεο έπαιζε "...ετοιμάσου για Χαβάη", ψελλίζοντας "εγώ μέχρι τη Στεμνίτσα ήθελα να φτα..."

Τον 29 τον είχα πάρει γραμμή από νωρίς. Ήταν αδύναμος. Από το περιστατικό με το τυροπιτάκι, άρχισε να τραγουδάει Καββαδία και να παρουσιάζει ζαλάδες και τάσεις
εμετού.
Τον αφήσαμε στεγνό απ' τον πυρετό πέρα σε κάποια διόδια να καίγεται να λιώνει...

οι επιζώντες είχαμε πια παραδοθεί σε κάποια ελεήμονα λήθη ώσπου, στη στροφή του δρόμου τα μάτια μας μεγάλωσαν από απόγνωση και βουβό τρόμο. Παραταγμένες στην άκρη του δρόμου απλώνονταν, σαν κάποιος λαβκραφτικός λεβιάθαν, χιλιόμετρα οι νταλίκες που περίμεναν ακινητοποιημένες από την απαγόρευση κυκλοφορίας του Σαββατοκύριακου. Ζαρώσαμε σιωπηλοί σαν κλέφτες στη σπηλιά του δράκου, που προσπαθούμε να βάλουμε χέρι στο χρυσό του με αυτόν να βαριανασαίνει κοιμισμένος από πάνω μας.

"Άπονηηηηηηηηηηηηη"

έκρωξε η γέννα κάποιου παραστρατημένου σπερματοζωάριου στο στερεοφωνικό. Ξύπνησαν. Φώτα άναψαν, σίδερα ξεμούδιασαν, φρένα έλυσαν. Μέσα σε δευτερόλεπτα βρεθήκαμε αποκλεισμένοι μέσα σε χιλιάδες νταλίκες, ναυαγοί σε έναν ωκεανό από σίδερο, λάστιχο και μουσαμά, προχωρώντας με ταχύτητα σκούνας σε νηνεμία.



Πάνε μέρες τώρα. Δε μπαίνουμε καν στον κόπο να δούμε αν οι ασάλευτοι επιβάτες κοιμούνται ή πέθαναν. Μόνο ο εισπράκτορας περνάει κάθε 2-3 ώρες ζητώντας εισητήρια από τους ίδιους ξανά και ξανά, τραβώντας τις άκρες των παντελονιών τους, και φεύγοντας βουτηγμένος στην απόγνωση μετά από λίγα λεπτά άκαρπης προσπάθειας.Κάποιοι περιπλανιόνται στο στενό διάδρομο ψελλίζοντας λόγια ακατάληπτα και θλιβερά, χτυπημένοι από τη μοναξιά, τη βραδύτητα, το σκορβούτο και τα άθλια ελαφρολαϊκά. Χαμένες ψυχές...

Έχουμε μέρες να δούμε στεριά. Μόνο νταλίκες, και κάθε τόσο διόδια. Οι υπάλληλοι δε μας μιλάνε καθώς χτυπιόμαστε μανιασμένοι στα παράθυρα ουρλιάζοντας
"Αθήνα! Πότε? Πόσο ακόμη?"

αποστρέφουν το βλέμμα τους από αυτό το, μετά βίας, κινούμενο σανατόριο, δίνουν την απόδειξη και τα ρέστα, και γυρίζουν στην -ας την πούμε- ζωή τους, προτιμόντας να σβήσουν από τη μνήμη τους το μακάβριο και αλλόκοτο θέαμα.

Κατάφερα και έδωσα σε μία στρομπουλή ξανθιά, βαμμένη, αυτές τις τσαλακωμένες σελίδες τυλιγμένες σε ένα εικοσάευρο. Προσπαθώντας να κρατήσω το βλέμμα μου σταθερό την κοίταξα στα μάτια και είπα "όχι για εμένα, για τους φουκαριάρηδες τους αναγνώστες μου". Πρέπει να συγκινήθηκε... μάλλον δεν είχε λεφτά για το ταξί που θα την πήγαινε σπίτι...